Samstag, 13. Juni 2020

ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΙΩΑΝΝΗ Π. ΓΑΛΑΝΗ (10.12.1939 - 09.06.2020).



 Ο Γιάννης Γαλάνης γεννήθηκε τον Δεκέμβρη του 1939 στην Νέα Επίδαυρο. Η οικογένειά του κατάγεται από το Λεβίδι της Αρκαδίας. Έχει εργαστεί σε πολλές δουλειές από παιδί. Νέος ήρθε μαζί με την οικογένειά του στην Αθήνα. Αρχικά εργάστηκε μαζί με τα αδέλφια του, στη συνέχεια όμως δραστηριοποιήθηκε με δικιά του, μικρή επιχείρηση στον χώρο της γαστρονομίας. ¨Εζησε στην Αθήνα, αλλά περιστασιακά ταξίδευε σε Αργολίδα και Αρκαδία. ¨Ηταν παντρεμένος, πατέρας δυο παιδιών και παππούς δυο εγγονών. Μετά την συνταξιοδότησή του εξέδωσε πέντε ποιητικές συλλογές (αυτοεκδόσεις). Το ιστολόγιο https://ideografimata.blogspot.com/ περιλαμβάνει ποιήματα από τις συλλογές αλλά και ανέκδοτα κείμενα. Όταν δεν έγραφε, αρέσκονταν να μελετάει κλασσική λογοτεχνία, ιστορία και πολιτική, να ασχολείται με την μουσική, την γεωργία και την ξυλογλυπτική. Η υγεία του ήταν βεβαρημένη τους τελευταίους μήνες. Άφησε την τελευταία του πνοή τον Ιούνιο του 2020 στην Αθήνα στην ηλικία των 81 ετών.
 Έμεινε κατάκοιτος την Τρίτη του Πάσχα 2020. ¨Ηδη όμως από τον Δεκέμβριο του 2019 είχε καταβληθεί σωματικά. Είχε διαγνωστεί με οργανικό ψυχοσύνδρομο, με εμμονές και κατάθλιψη, αλλά και ανοική συνδρομή. Είχε κολπική μαρμαρυγή, σακχαρώδη διαβήτη και κάταγμα κοτύλης στο αριστερό πόδι από τροχαίο που συνέβει την δεκαετία του 1980 και εξαιτίας του είχε 67% αναπηρία. Στις 27 Απριλίου τον πήγε το ΕΚΑΒ στον Ερυθρό Σταυρό. Εμφάνιζε λοίμωξη του αναπνευστικού, αλλά του δώσαν εξιτήριο στις 5 Μαίου. Στις 9 Μαίου διεκομίσθει στον Ευαγγελισμό που εφημέρευε με λοίμωξη του αναπνευστικού από εισρρόφηση/ αναρρόφηση. Είχε τις αισθήσεις του και τον παιδεύαν, του βάλαν σωληνάκι λεβάιν στην μύτη το οποίο μπλόκαρε μετά από δυο μέρες με τα υγρά και το βγάλανε. Λίγο πριν τα μέσα του μήνα, ενα γιατρουδάκι προσπάθησε να του βάλει άλλο παρόμοιο σωληνάκι και μάλλον κάτι έκανε, γιατί ο γιος του τον βρήκε να φτύνει άιμα (στο νοσοκομείο αυτό δεν αφήνουν τους συνοδούς να παρευρίσκονται κατά την εξέταση των συγγενών/ ασθενών)! Τον διασωληνώσαν και τον στείλαν σε ΜΕΘ στις 16 Μαιου. Εκεί του κάναν τραχειοστομή. Μόλις ανέκαμψε, στις 2 Ιουνίου, τον επαναδιακομίσαν στον Ευαγγελισμό. Στις 8 Ιουνίου τον διασωληνώσαν και πάλι και μια μέρα μετά ξεψύχησε. Η κηδεία του έγινε την Πέμπτη 11 Ιουνίου στο Α΄ Νεκροταφείο. 
 
 Η οικογένεία του ευχαριστεί όσους και όσες της συμπαραστάθηκαν και συνεχίζουν να συμπαρίστανται με οποιονδήποτε τρόπο στις δύσκολες ώρες που πέρασε, από την στιγμή που ο άνθρωπός της εκδήλωσε τα πρώτα σημάδια αδυναμίας πριν από μερικούς μήνες, μέχρι και τώρα, που η απώλειά του είναι ακόμα νωπή.
 Το ιστολόγιο δεν θα κλείσει. Κατά καιρούς θα δημοσιεύονται κείμενα.
 

Montag, 18. Mai 2020

ΒΟΥΝΑ ΤΟΥ ΛΕΒΙΔΙΟΥ.





Εσείς βουνά του Λεβιδιού
και ευλογημένοι κάμποι
φέτος να μην βλαστήσετε
για τον χαμό του Γιάννη.

Εσείς τον πλάσατε όμορφα,
δώσατε γοητεία,
την λεβεντιά την ανδρική,
την μεγαλοψυχία.

Στήριζε κάθε αδύναμον
με λόγο,
με ταπείνωση
σε όποια δυσκολία.

Λεβέντης με παράστημα
με σκέψη μεστωμένη,
σε δημιουργία, προκοπή,
άνθρωπο δεν αδίκησε
για όφελος, για κέρδη.

Αυτό εκμεταλλεύτηκαν
λαμόγια και μουτσούδες
το χρήμα πάντα αρπάζανε
οι πονηρές μαιμούδες.

Δεν γράφω τα ονόματα
πάντα τους βλαστημάω
και ησυχία να μην βρουν
στην κόλαση, στον Άδη.

ΜΝΗΜΕΣ ΚΑΚΕΣ.



 Εγνώρισα τον διχασμό τεσσάρων χρονών παιδάκι. Στην πόρτα, έξω από την εκκλησιά που είδα την μανούλα μου με πόνο και με δάκρυ, είδα τα λεβεντόπαιδα άψυχα και σφαγμένα, γυμνά, μέσα στα αίματα, κρέατα πεταμένα. 

 Η φρίκη πλημμύρησε την παιδική ψυχή μου. Ποτέ μου δεν εξέχασα σε όλη τη ζωή μου. Εικόνες μένουν μόνιμες στην ευαίσθητη ψυχή μου. Θυμάμαι εκείνα τα παιδιά που είδα σφαγιασμένα, που δεν ξεχνώ τα ονόματα παρά τα τόσα χρόνια. 

 Ο Φίλιππας – λεβεντόπαιδο, γιός της θείας Γεωργούλας. Το παιδί πήρε άδεια από τον στρατό και κατέβηκε για να δει την άρρωστη μανούλα του. Και πήγε με τον Δήμαρχο στο φυλάκιο να βοηθήσουν, μα οι αντάρτες είχαν προετοιμαστεί. Γνώριζαν που θα χτυπήσουν. 

 Το πρώτο ήταν χτύπημα στον μπάρμπα Δημήτρη. Το δεύτερο το χτύπημα ήταν στον Νοματάρχη. Το τρίτο ήταν στον Μελή, στου Φίλιππα την πλάτη και σε άλλα δυο θύματα που φεύγαν προς το Γυμνάσιο. 

 Αυτά κάνουν οι διχασμοί και οι αυτοδικίες: Ανώφελες παλικαριές διαιρούν τις κοινωνίες. Οι μνήμες έμειναν πικρές για όλο το χωριό μας. Θυμούμαι τους συμμαθητές που είχα στο σκολειό μας και μνημονεύω πάντοτε και τώρα στα ογδόντα. 

ΜΟΥ ΕΦΥΓΕ Η ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ.




Μου έφυγε η αγάπη μου,
μου πέταξε τη βέρα
τα λόγια, οι υποσχέσεις της
ήταν ένας αέρας.

Πως θα βραδιάσει ο ουρανός
και εγώ χωρίς παρέα
και πως θα έρθει η αυγή
χωρίς χαρά για μένα;

Η νύχτα είναι βάσανο,
η μέρα θολωμένη
κι αυτή η δόλια μου καρδιά
συνέχεια ματωμένη.

Πως θα βραδιάσει ο ουρανός
και εγώ χωρίς παρέα
και πως θα έρθει η αυγή
χωρίς χαρά για μένα;